- τέρεινα
- τέρηνsoftfem nom/voc sgτέρηνsoftneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τερείνας — τερείνᾱς , τέρην soft fem acc pl τερείνᾱς , τέρην soft fem gen sg (doric aeolic) τερείνᾱς , τέρην soft fem acc pl τερείνᾱς , τέρην soft fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέρειν' — τέρεινα , τέρην soft fem nom/voc sg τέρεινα , τέρην soft neut nom/voc/acc pl τέρεινε , τέρην soft masc voc sg τέρειναι , τέρην soft fem nom/voc pl τέρειναι , τέρην soft fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Teréna — TERÉNA, æ, Gr. Τέρεινα, ης, (⇒ Tab. III.) Strymons Tochter, mit welcher Mars den Triballus zeugete. Bœus ap. Ant. Liber. c. 21 … Gründliches mythologisches Lexikon
τερείνω — Α καθιστώ κάτι μαλακό, απαλύνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < τέρεινα, θηλ. τού επιθ. τέρην «απαλός»] … Dictionary of Greek
Τερίνα — Γράφεται και Τέρινα ή Τέρεινα. Πόλη της Μεγάλης Ελλάδας στη χώρα των Βρεττίων (δυτική Ιταλία), κοντά στις εκβολές του Σαβάτη (Savuto). Το 356 π.Χ. την κατέλαβαν οι Βρεττίοι, και το 372 π.Χ. ο Αλέξανδρος A’ της Ηπείρου. Αργότερα η πόλη πήγε με το… … Dictionary of Greek